Τον Νοέμβριο του 1985 οι «New York Times» εισήγαγαν πρώτη φορά τον όρο «κρακ», έναν όρο που επρόκειτο να αλλάξει ριζικά τα στερεότυπα της αφροαμερικανικής κοινότητας των ΗΠΑ
Της Λυδίας Μπέντρος
Η «επιδημία» ‒όπως χαρακτηρίστηκε εκείνη την περίοδο‒ του κρακ έκανε την εμφάνισή της στην Αμερική στις αρχές του 1980 και διήρκεσε μέχρι και τις αρχές του 1990. Πρόκειται για μια επιδημία που άλλαξε τις κοινωνικές, πολιτικές νόρμες της Αμερικής, τα ρατσιστικά στερεότυπα απέναντι στις αφροαμερικανικές κοινότητες της χώρας, οδηγώντας σε αυξημένα επίπεδα εγκληματικότητας, φτώχειας αλλά και εκδηλώσεις βίας από την ίδια την αστυνομία.
Η επιδημία του κρακΤο κρακ ή αλλιώς στην ελληνική αργκό «φίρμπα» (από το αγγλικό «free base») είναι μορφή κοκαΐνης που μπορεί να καπνιστεί από τον χρήστη. Σύμφωνα με την Υπηρεσία Δίωξης Ναρκωτικών των ΗΠΑ, μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1970 τεράστιες ποσότητες κοκαΐνης σε σκόνη έμπαιναν λαθραία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό είχε ως συνέπεια η τιμή της να πέσει έως και 80%.
Αντιμέτωποι με την πτώση των τιμών του παράνομου προϊόντος τους, οι έμποροι ναρκωτικών μετέτρεψαν τη σκόνη σε «κρακ», μια στερεή μορφή κοκαΐνης που μπορούσε κανείς να την καπνίσει. Έτσι, το κρακ γίνεται εξαιρετικά δημοφιλές σε υποβαθμισμένες περιοχές της Αμερικής, κατοικούμενες κυρίως από αφροαμερικανικές κοινότητες, καθώς εκείνη την περίοδο η ανεργία ήταν στο κόκκινο.
Η επιδημία του κρακ αύξησε δραματικά τον αριθμό των εθισμένων στην κοκαΐνη Αμερικανών. Το 1985 ο αριθμός των ανθρώπων που παραδέχονταν ότι έκαναν καθημερινά χρήση κοκαΐνης αυξήθηκε από 4,2 σε 5,8 εκατ., ενώ, σύμφωνα και με έρευνες του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, ο εθισμός μάστιζε κυρίως αφροαμερικανικές και ισπανόφωνες κοινότητες της χώρας.
Η «άνοδος» του ναρκωτικούΗ κοκαΐνη εκείνη την περίοδο στην Αμερική ήταν το ναρκωτικό της ελίτ. Το εμπόριό της είχε εξαπλωθεί σε όλη την Αμερική, ενώ αποτελούσε έναν από τους πυλώνες της οικονομίας εκείνη την εποχή. Κατά το 1984 όμως, με την πτώση της τιμής της κοκαΐνης και ενώ οι έμποροι έπρεπε να σκεφτούν νέες, φθηνότερες μεθόδους για τη διακίνηση του ναρκωτικού, το κρακ εισέρχεται στις συνοικιακές πόλεις της Αμερικής, στα σπίτια απλών ανθρώπων.
Έτσι, ξαφνικά, ενώ η ανεργία μάστιζε τους μη προνομιούχους, πολλοί Αφροαμερικανοί εκείνη την περίοδο είδαν τη διακίνηση του κρακ ως μια ευκαιρία γρήγορου χρήματος, με στόχο να σπάσουν τα δεσμά της φτώχειας μέσα στην οποία ζούσαν τόσα χρόνια, καθώς σε μια συμβατική εργασία εκείνη την εποχή η αμοιβή που δινόταν ανερχόταν στα 3,25 δολάρια την ώρα.
Η διακίνηση μάλιστα του κρακ τότε γινόταν με αρκετά εμφανή τρόπο, καθώς, σύμφωνα με μαρτυρίες πρώην χρηστών αλλά και διακινητών, τα αυτοκίνητα έκαναν ουρές στις συνοικίες της Νέα Υόρκης περιμένοντας να αγοράσουν το εθιστικό αυτό ναρκωτικό. Για να επιτευχθεί όμως αυτή η αρκετά ελεύθερη διακίνηση, στα κυκλώματα συμμετείχαν και αστυνομικοί, κάποιοι από τους οποίους στη συνέχεια καταδιώχτηκαν, παραδεχόμενοι ανοιχτά τον χρηματισμό τους ώστε να κάνουν «τα στραβά μάτια».
Η στοχοποίηση των αφροαμερικανικών κοινοτήτων και τα ρατσιστικά στερεότυπα
Μεταξύ 1984 και 1989, το ποσοστό ανθρωποκτονιών Αφροαμερικανών ανδρών ηλικίας 14 έως 17 ετών υπερδιπλασιάστηκε, ενώ το ποσοστό ανθρωποκτονίας για άνδρες ηλικίας 18 έως 24 ετών αυξήθηκε σχεδόν τόσο πολύ. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η αφροαμερικανική κοινότητα παρουσίασε επίσης αύξηση κατά 20-100% στα ποσοστά θανάτου νεογνών ή μωρών που γεννήθηκαν πολύ αδύνατα. Μάλιστα, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης εκείνη την εποχή στοχοποιούσαν τις Αφροαμερικανές μητέρες που γεννούσαν μωρά και ήταν χρήστριες του κρακ, χαρακτηρίζοντας τα νεογέννητα μωρά τους «crack babies» (μωρά του κρακ).
Την ίδια στιγμή, την περίοδο 1980-1999, στις φυλακές της χώρας ο αριθμός κρατουμένων για εγκλήματα σχετικά με τα ναρκωτικά εκτοξεύτηκε στο 1.200%. Ειδικότερα, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Σικάγο, τα ποσοστά φυλάκισης αυξήθηκαν ταχύτερα για τις γυναίκες (364%) και τις μειονότητες (184% για τους Αφρικανούς Αμερικανούς και το 235% για τους ισπανόφωνους) απ’ ό,τι για τους άνδρες (195%) και τους λευκούς (164%). Ενώ, λοιπόν, οι φυλακισμένοι Αφροαμερικανοί ήταν περίπου 300.000 στα μέσα του 1980, σήμερα έχουν φτάσει των αριθμό των 2 εκατ.
Το γρήγορο νομοσχέδιο που στοχοποιούσε τις μειονότητεςΤο 1986 το Κογκρέσο των ΗΠΑ ‒σε μια προσπάθεια, όπως είχαν δηλώσει εκείνη την εποχή, να εξαλείψουν την επιδημία του κρακ‒ ψήφισε πιο γρήγορα απ’ ό,τι συνηθιζόταν νομοσχέδιο (το 100:1) σύμφωνα με το οποίο όποιος είχε στην κατοχή του 5 γραμμάρια κρακ θα καταδικαζόταν ως ελάχιστη ποινή φυλάκισης τα 5 έτη σε ομοσπονδιακή φυλακή. Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τον νόμο που υπήρχε ήδη σχετικά με τη σκόνη κοκαΐνης, προβλεπόταν πως όποιος είχε στην κατοχή του ποσότητα 500 γραμμαρίων θα φυλακιζόταν πάλι με την ίδια ποινή.
Αυτό το νομοσχέδιο επικρίθηκε από πολλούς ως ένα ρατσιστικό νομοσχέδιο εις βάρος των αφροαμερικανικών μειονοτήτων, καθώς εκείνη την περίοδο αυτές οι μειονότητες ήταν πιο πιθανό να κάνουν χρήση κρακ παρά κοκαΐνης σε σκόνη.
Παρ’ όλο, λοιπόν, που τα δύο τρίτα των χρηστών κρακ ήταν λευκοί, υπήρξε ξεκάθαρη ρατσιστική στοχοποίηση, με τους περισσότερους Αφροαμερικανούς να φυλακίζονται όπως ορίζει ο «νόμος», ενώ οι Αφροαμερικανές γυναίκες μετατρέπονταν σε θύματα επίθεσης συκοφαντικών ρατσιστικών στερεοτύπων.