- Τα ανάκτορα του Αίαντα του Τελαμώνιου και το οικιστικό συγκρότημα της Ύστερης Μυκηναϊκής εποχής αποκαλύπτεται στα Κανάκια Σαλαμίνας.
Συστηματική έρευνα είχε διενεργηθεί από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, όπου ξεκίνησε το έτος 2000 και έφερε στο φως μυκηναϊκή ακρόπολη με ανακτορικό συγκρότημα και τμήματα μυκηναϊκού οικισμού. Το έτος 2014 πραγματοποιήθηκαν ανασκαφικές εργασίες στο μυκηναϊκό προμαχώνα που βρίσκεται στη ΝΔ κλιτύ του δυτικού υψώματος.
Το εκτεταμένο Μυκηναϊκό κέντρο στα Κανάκια, που περιλαμβάνει πυρήνα-ακρόπολη και κάτω πόλη και έχει πρόσβαση σε δύο φυσικούς λιμένες, συνδέεται με την ηγεμονία του Αίαντα του Τελαμώνιου. Βρέθηκε στο απόγειο της ακμής του κατά τον 13ο αιώνα π.Χ. -όπως και τα άλλα Μυκηναϊκά πολιτικά κέντρα- και ερημώθηκε λίγο μετά το 1200 π.Χ.
Δωμάτια και βοηθητικοί χώροιΩς σήμερα έχουν ανιχνευθεί 45 δωμάτια και βοηθητικοί χώροι. Από όλες τις προϊστορικές οικιστικές θέσεις που έχουν εντοπισθεί στη Σαλαμίνα, η ακρόπολη των Κανακίων στη νοτιοδυτική ακτή παρουσιάζει την μεγαλύτερη διάρκεια χρήσης, τεκμηριωμένης ήδη από την Τελική Νεολιθική περίοδο (4η χιλιετία π.Χ.). Όπως και άλλα Μυκηναϊκά ανακτορικά κέντρα στην Ηπειρωτική Ελλάδα, το νησιωτικό αυτό κέντρο σημειώνει την μεγαλύτερη ακμή του κατά τον 13ο αιώνα π.Χ.
Οι αρχαιολόγοι ταυτίζουν, με βεβαιότητα, τη Μυκηναϊκή πρωτεύουσα της Σαλαμίνας στα Κανάκια, με την παλαιότερη πρωτεύουσα του νησιού, που, όπως αναφέρει ο Στράβων, ήταν «έρημος» στην εποχή του. Η πόλη αυτή, αναφερόμενη και ως «Κυχρεία» σε θραύσμα επιγραφής (1ο αι. π.Χ., Ακρόπολη Αθηνών), υπήρξε αντικείμενο αναζήτησης περιηγητών και αρχαιολόγων από τις αρχές του 19ου αιώνα. Θεωρείται ως μία από τις ελάχιστες περιπτώσεις, όπου μυκηναϊκά μέγαρα μπορούν να αποδοθούν στον τραγικό ομηρικό ήρωα.
Ευρήματα ανασκαφήςΑπό τα κινητά ευρήματα της ανασκαφής, σημαντικότερα είναι τα αντικείμενα κυπριακής ή ανατολικής προέλευσης, που μαρτυρούν τις διεθνείς σχέσεις του παραλιακού κέντρου. Ανάμεσά τους, ένα κομμάτι από κυπριακό χάλκινο τάλαντο και ένα χάλκινο έλασμα (μέρος θησαυρού χάλκινων αντικειμένων) από φολιδωτή πανοπλία ανατολικού τύπου, που είναι εντελώς μοναδικό, επειδή είναι σφραγισμένο με αιγυπτιακή βασιλική σφραγίδα του Ραμσή του Δευτέρου. Το εύρημα είναι σημαντικό για τη γνώση της εμβέλειας του μυκηναϊκού βασιλείου της Σαλαμίνας, αλλά και για την ιστορία της Ανατολικής Μεσογείου στο 13ο αιώνα π.Χ.
Ένας θαλαμωτός τάφος περιείχε συνολικά 41 πήλινα αγγεία, τα οποία συμπεριλάμβαναν γραπτή κεραμική εξαιρετικής ποιότητας, καθώς και μερικά δείγματα επικασσιτερωμένης. Η χρήση του τοποθετείται από τα κεραμικά ευρήματα στις ΥΕ ΙΙΙΑ-Β περιόδους. Τα επικασσιτερωμένα αγγεία αφθονούσαν σε έναν άλλο θαλαμωτό, όπου βρέθηκαν μόνο δευτερογενείς ταφές, τοποθετημένες κοντά στα τοιχώματα του θαλάμου μαζί με τα κτερίσματά τους. Τα ευρήματα από εκείνες τις ταφές περιλάμβαναν 85 πήλινα αγγεία, επτά ειδώλια, τέσσερα αντικείμενα από ορείχαλκο (εγχειρίδιο, ξυρό, δίσκο ζυγού και μικρό τριγωνικό εξάρτημα που ίσως ανήκε σε ζυγό), 25 ψήφους περιδεραίων, κατασκευασμένες από υαλόμαζα, φαγεντιανή και στεατίτη επικαλυμμένο με χαλκό, μερικούς κωνίσκους (“κουμπιά”) από στεατίτη κ.ά. Η κεραμική μαρτυρεί συνεχή χρήση του τάφου από την ΥΕ ΙΙΙΑ1 έως και την ΙΙΙΓ Πρώιμη.
Δείγματα από το οστεολογικό υλικό που συλλέχθηκε στην ανασκαφή συμπεριλήφθηκαν σε ένα ευρύτερο ερευνητικό πρόγραμμα για τη συγκριτική μελέτη αρχαίου DNA από διεθνή ομάδα γενετιστών και άλλων επιστημόνων. Τα δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από 19 αρχαία άτομα έδειξαν ότι οι Μινωίτες και οι Μυκηναίοι είχαν γενετική συγγένεια, έλκοντας την καταγωγή τους κατά τα τρία τέταρτα από τους πρώτους νεολιθικούς αγρότες της Δυτικής Ανατολίας και του Αιγαίου και κατά το υπόλοιπο ποσοστό από αρχαίους πληθυσμούς σχετιζόμενους κυρίως με εκείνους του Καυκάσου και του Ιράν. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας δημοσιεύθηκαν στο παγκοσμίου κυκλοφορίας επιστημονικό περιοδικό Nature. The International Weekly Journal of Science το 2017».
Πληροφορίες: rizospastis.gr και archaiologia.gr