- Κοινή υπουργική απόφαση με θέμα «Καθορισμός ομάδων αυξημένου κινδύνου για σοβαρή λοίμωξη COVID 19»
Ο προσδιορισμός των ομάδων αυξημένου κινδύνου για τον κορονοϊό και όλες οι αποφάσεις του ΥΠΕΣ (εγκύκλιοι κ.λπ.) καθορίζονται από τις εισηγήσεις της Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του COVID-19, του Υπουργείου Υγείας.
Σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση ως ομάδες αυξημένου κινδύνου για σοβαρή λοίμωξη COVID 19 ορίζονται πλέον από 18.9.2020 συνολικά οι κάτωθι:
1.1. Άτομα με μεταμόσχευση συμπαγούς οργάνου που λαμβάνουν δύο ή περισσότερα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.
1.2. Άτομα με μεταμόσχευση μυελού των οστών το τελευταίο έτος ή που λαμβάνουν δύο ή περισσότερα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.
1.3. Άτομα με διάγνωση νεοπλασίας, που βρίσκονται υπό χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία, ή ανοσοθεραπεία.
1.4. Άτομα με αιματολογικές κακοήθειες (λευχαιμία, λέμφωμα ή μυέλωμα) που βρίσκονται υπό χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία.
1.5. Άτομα με βαριά πνευμονοπάθεια (κυστική ίνωση, σοβαρού βαθμού άσθμα, σοβαρού βαθμού χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια -ΧΑΠ, ασθενείς σε μόνιμη οξυγονοθεραπεία για άλλες αναπνευστικές παθήσεις), που εμπίπτουν στην ακόλουθη ή και ισάξιας συμπτωματολογία: ασθενείς με άσθμα με 2 παροξύνσεις κατά το τελευταίο έτος, παρά τη μέγιστη αγωγή (με β-διεγέρτη και εισπνεόμενο κορτικοειδές), ασθενείς με ΧΑΠ που βρίσκονται σε οξυγονοθεραπεία κατ' οίκον ή παρουσίασαν 2 παροξύνσεις κατά το τελευταίο έτος ή/και μία νοσηλεία σε νοσοκομείο.
1.6. Άτομα με κληρονομικές ανοσοανεπάρκειες ή δρεπανοκυτταρική αναιμία ή πολυμεταγγιζόμενα (μια ή περισσότερες μεταγγίσεις ανά μήνα)
1.7. Άτομα που λαμβάνουν υψηλές δόσεις κορτικοειδών ή δύο ή περισσότερα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα
1.8. Γυναίκες που κυοφορούν.
1.9. Άτομα με HIV λοίμωξη και CD4≤200/μL.
1.10. Άτομα με βαριά καρδιοπάθεια, ή και άτομα με χρόνια καρδιαγγειακά νοσήματα, που εμφανίζουν την ακόλουθη συμπτωματολογία: κλάσμα εξώθησης αριστεράς κοιλίας: <40%, ενεργό ισχαιμία του μυοκαρδίου, άνω του μετρίου βαθμού στένωση ή ανεπάρκεια μιτροειδούς ή αορτικής βαλβίδας, πνευμονική υπέρταση, ιστορικό πρόσφατης καρδιοχειρουργικής επέμβασης (προ τριμήνου), καθώς και οι μυοκαρδιοπάθειες, ή και ισάξιας βαρύτητας συμπτωματολογία άλλης καρδιαγγειακής πάθησης.
1.11. Άτομα με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου, που υποβάλλονται σε εξωνεφρική κάθαρση.
Επίσης, ως υπάλληλοι υπαγόμενοι σε ομάδες αυξημένου κινδύνου καθορίζονται και υπάλληλοι που υπάγονται σε δύο τουλάχιστον από τις κατωτέρω αναφερόμενες περιπτώσεις:
2.1. Άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών.
2.2. Άτομα με αρρύθμιστο σακχαρώδη διαβήτη, όπως προκύπτει από τις ακόλουθες ενδεικτικές τιμές: HbA1c του τελευταίου 3μήνου: ≥8.0% ή Μ.Ο. τιμών γλυκόζης αίματος ≥200 mg/dL τις τελευταίες 7 ημέρες και ασθενείς με μικρο/μακρο αγγειακές επιπλοκές, ή και ισάξιας βαρύτητας συμπτωματολογία.
2.3. Άτομα με χρόνια πνευμονοπάθεια (άσθμα, ΧΑΠ, εμφύσημα) που δεν εμπίπτουν στον ορισμό της βαριάς πνευμονοπάθειας της παραγράφου 1.5.
2.4. Άτομα που παρουσιάζουν βαριές νευρολογικές/νευρομυϊκές παθήσεις (σοβαρή νόσος Πάρκινσον, νόσος κινητικού νευρώνα, πολλαπλή σκλήρυνση υπό αγωγή, εγκεφαλική παράλυση).
2.5. Άτομα με σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια (μη αντιροπούμενη κίρρωση).
2.6. Άτομα με υψηλό δείκτη μάζας σώματος (ΒΜΙ>40).
2.7. Άτομα με ανθεκτική αρτηριακή υπέρταση παρά τη μέγιστη αγωγή.
2.8. Άτομα που λαμβάνουν χρονίως χαμηλές δόσεις κορτικοειδών ή ανοσοκατασταλτικό φάρμακο
2.9. Άτομα με μεταμόσχευση, ή διάγνωση νεοπλασματικής νόσου την τελευταία πενταετία, που δεν εμπίπτουν στους όρους των παραγράφουν 1.1 – 1.4.
Οι υπάλληλοι που εμπίπτουν στις ανωτέρω ομάδες αυξημένου κινδύνου δύνανται κατόπιν αίτησής τους να απουσιάζουν δικαιολογημένα με ειδική άδεια απουσίας, εφόσον δεν απουσιάζουν ήδη από την Υπηρεσία για τον λόγο αυτό δυνάμει των παγίων διατάξεων περί χορήγησης αναρρωτικών αδειών. Για την χορήγηση της ειδικής άδειας απουσίας απαιτείται αιτιολογημένη γνωμάτευση από τον θεράποντα Ιατρό σχετικής ειδικότητας ή από Ιατρό σχετικής ειδικότητας Υγειονομικής Δομής (δημόσιας ή ιδιωτικής), η οποία εκδίδεται κατόπιν σχετικού παραπεμπτηρίου εγγράφου της οικείας Διεύθυνσης Διοικητικού/ Προσωπικού, σύμφωνα με τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην επόμενη παράγραφο της παρούσας εγκυκλίου. Υπενθυμίζεται ότι στις περιπτώσεις αυτές, οι υπάλληλοι που απουσιάζουν με ειδική άδεια απουσίας για λόγους προστασίας της υγείας τους παρέχουν υποχρεωτικά εργασία εξ αποστάσεως, εφόσον είναι δυνατή η άσκηση των καθηκόντων τους εξ αποστάσεως ή η φύση των καθηκόντων τους δεν απαιτεί την αυτοπρόσωπη παρουσία τους στην Υπηρεσία κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 67 του ν. 4722/2020. Για την περίπτωση που δεν είναι δυνατή η άσκηση των καθηκόντων εξ αποστάσεως ισχύουν τα αναφερόμενα στην αριθ. Α.3. παράγραφο της παρούσας.
Ειδικά για τους υπαλλήλους που ανήκουν στις ομάδες αυτές, αλλά επιθυμούν να παρέχουν εργασία με αυτοπρόσωπη παρουσία στην Υπηρεσία, οπότε και δεν επιθυμούν να υπαχθούν στην ειδική άδεια απουσίας από την Υπηρεσία, θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα με ατομική ευθύνη των ιδίων όσο και της Υπηρεσίας για τη διασφάλιση εκείνων των προϋποθέσεων εργασίας που καθιστούν αποτελεσματική την προστασία της υγείας τόσο των ιδίων όσο και της δημόσιας υγείας γενικότερα.
Λαμβάνοντας υπόψη τις ρυθμίσεις της νέας υπουργικής απόφασης που ισχύει από 18.9.2020 και την κατάργηση της προηγούμενης, καλούνται οι αρμόδιες Διευθύνσεις Προσωπικού να επανεξετάσουν εάν οι υπάλληλοι, στους οποίους χορηγείτο η ειδική άδεια απουσίας πριν από την 18η.9.2020, εξακολουθούν να είναι δικαιούχοι της εν λόγω άδειας και εάν ανήκουν στις ομάδες αυξημένου κινδύνου, όπως αυτές προσδιορίζονται με την νέα υπουργική απόφαση, προκειμένου να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες.
Επισημαίνεται, ακόμη, ότι σύμφωνα με την σχετική προαναφερόμενη εξουσιοδοτική διάταξη [άρθρο εικοστό πέμπτο της από 14/3/2020 ΠΝΠ (Α΄ 64)], η εν λόγω ειδική άδεια εξακολουθεί να χορηγείται στους δικαιούχους μέχρι να εκλείψουν οι λόγοι χορήγησής της, γεγονός για το οποίο θα ενημερωθούν σχετικά οι Υπηρεσίες με νεώτερη εγκύκλιο.
Υπάλληλοι του Δημοσίου, οι οποίοι δεν περιλαμβάνονται στις ανωτέρω διατάξεις της ΚΥΑ ως ομάδες αυξημένου κινδύνου για σοβαρή λοίμωξη COVID19, πλην όμως πάσχουν σύμφωνα με τις ιατρικές γνωματεύσεις θεραπόντων ιατρών από αντίστοιχα επικίνδυνες παθήσεις σε περίπτωση προσβολής από COVID-19, δύνανται κατά την κρίση των αρμοδίων κατά ειδικότητα θεραπόντων ιατρών τους, να προσκομίσουν εκείνα τα δικαιολογητικά δυνάμει των οποίων είναι δυνατή είτε η χορήγηση άδειας στους υπαλλήλους αυτούς σύμφωνα με τις πάγιες κείμενες διατάξεις (π.χ. αναρρωτική άδεια) ή εναλλακτικά η απασχόλησή τους σε καθήκοντα, για τα οποία δεν απαιτείται καθημερινή επαφή με κοινό (back office), κατόπιν της σχετικής γνωμάτευσης του θεράποντος ιατρού για την επικινδυνότητα έκθεσης στον κορονοϊό, γνωμάτευση, η οποία θα πρέπει να ληφθεί υπόψη από την αρμόδια Υπηρεσία.
Υπάλληλοι του Δημοσίου, οι οποίοι δεν υπάγονται πλέον στις ομάδες αυξημένου κινδύνου, δεν δικαιούνται να απουσιάζουν εφεξής με την ειδική άδεια απουσίας. Οποιοδήποτε χρονικό διάστημα έχει μεσολαβήσει από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης επανακαθορισμού των ομάδων αυξημένου κινδύνου μέχρι και την επιστροφή στην Υπηρεσία των υπαλλήλων που δεν υπάγονται πλέον σε αυτές, η οποία σε κάθε περίπτωση θα είναι αμέσως μετά την έκδοση της παρούσας εγκυκλίου, αποτελεί, για λόγους χρηστής διοίκησης δικαιολογημένη ειδική άδεια απουσίας με τους όρους που αυτή είχε χορηγηθεί.
Υπενθυμίζεται, τέλος, ότι βάσει των αποφάσεων της ως άνω αρμόδιας Επιτροπής, επί των οποίων έχουν εκδοθεί και οι σχετικές εγκύκλιες οδηγίες της Υπηρεσίας μας, σε περίπτωση που υπάλληλοι του Δημοσίου διαμένουν με άτομα που ανήκουν στις ομάδες αυξημένου κινδύνου για σοβαρή λοίμωξη COVID 19, λαμβάνουν όλα εκείνα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να διαφυλάξουν την υγεία των οικείων τους, όπως και ο γενικός πληθυσμός, χωρίς ωστόσο να δικαιούνται ειδικής άδειας απουσίας, ελλείψει προς το παρόν σχετικής προς τούτο ανάγκης και πρόβλεψης. Ωστόσο και στο πλαίσιο της αποτελεσματικής διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού που υπηρετεί σε κάθε φορέα, θα ήταν δυνατό να εκτιμηθεί η ιδιαίτερη αυτή περίσταση από το αρμόδιο όργανο διοίκησης και να εξετασθεί η δυνατότητα απασχόλησης των υπαλλήλων αυτών σε καθήκοντα, για τα οποία δεν απαιτείται καθημερινή επαφή με κοινό (back office)».