Στο όνομα της... “κυβερνησιμότητας”, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έβαλε στο γύψο τη Δημοκρατία, ακυρώνοντας την απλή αναλογική στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Το νομοσχέδιο Βορίδη για την “Εκλογή Δημοτικών και Περιφερειακών Αρχών”, ολοκληρώνει την αντιδημοκρατική μεθόδευση που ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια. Όταν, με την άνοδό της στην εξουσία, η νεοδεξιά κυβέρνηση έσπευδε να ακυρώσει de facto την απλή αναλογική, αλλοιώνοντας τη βούληση των πολιτών, που μόλις είχε εκφραστεί στους Δήμους και τις Περιφέρειες, αλλάζοντας αυθαίρετα τους συσχετισμούς που είχαν προκύψει από τη λαϊκή ψήφο και, εντέλει, απαξιώνοντας τη δημοκρατική έκφραση των πολιτών, επικαλούμενη από τότε τη διευκόλυνση της... “κυβερνησιμότητας”.
Όχι τυχαία η έμφαση δόθηκε, όχι στην αναζήτηση ευρύτερων συναινέσεων στη βάση προγραμματικών συγκλίσεων, αλλά στις παρασκηνιακές συμφωνίες, στις αδιαφανείς ισορροπίες, στο πλαίσιο μιας προσωποκεντρικής άσκησης εξουσίας, από τον Δήμαρχο ή τον Περιφερειάρχη
Βρεθήκαμε τότε μπροστά στο πρώτο πλήγμα κατά της τοπικής Δημοκρατίας: με άλλα δεδομένα ψηφίσαμε και με άλλα δεδομένα θα λειτουργούσε η διοίκηση σε Δήμους και Περιφέρειες. Και αυτό λόγω της μεταφοράς των αρμοδιοτήτων από τα συλλογικά, αντιπροσωπευτικά όργανα (Δημοτικά και Περιφερειακά Συμβούλια) σε όργανα ολιγομελή, όπως οι Οικονομικές Επιτροπές. Όχι τυχαία η έμφαση δόθηκε, όχι στην αναζήτηση ευρύτερων συναινέσεων στη βάση προγραμματικών συγκλίσεων, αλλά στις παρασκηνιακές συμφωνίες, στις αδιαφανείς ισορροπίες, στο πλαίσιο μιας προσωποκεντρικής άσκησης εξουσίας, από τον Δήμαρχο ή τον Περιφερειάρχη. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, που αυτοδιαφημίζεται για τον... ευρωπαϊσμό της, επέλεξε την απομάκρυνσή της από βασικές αρχές της δημοκρατικής λειτουργίας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως αυτές αποτυπώνονται στον Ευρωπαϊκό Χάρτη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Κογκρέσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Επιστρέφοντας στις μονολιθικές πρακτικές
Ο πρόσφατος νόμος που εισαγάγει ένα υπερπλειοψηφικό εκλογικό σύστημα, καταργεί την πολυφωνία, βάζοντας οριστική ταφόπλακα στην απλή αναλογική και τη δημοκρατία στους Δήμους και τις Περιφέρειες. Και μάλιστα σε μια περίοδο που η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης με όρους περιβαλλοντικής και κοινωνικής δικαιοσύνης, επιβάλλουν μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών σε τοπικό επίπεδο διακυβέρνησης – το επίπεδο που θα κρίνει το στοίχημα του οικολογικού και ενεργειακού μετασχηματισμού -, η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποφάσισε να “κλειδώσει” την Αυτοδιοίκηση μακριά από την κοινωνία. Την ώρα που το Παγκόσμιο Φόρουμ για τη Δημοκρατία του Συμβουλίου της Ευρώπης, αφιερώνει, με σειρά εκδηλώσεων, το 2021 στο ερώτημα “Μπορεί η Δημοκρατία να σώσει το Περιβάλλον;”, η ελληνική νεοδεξιά, δίνει έμπρακτα την απάντησή της. Ακυρώνει την τοπική δημοκρατία και αδιαφορεί για την προστασία του περιβάλλοντος, που αντιμετωπίζεται αποκλειστικά ως επενδυτική “ευκαιρία” δια ημετέρους... Επιβάλλει μια δομικά στρεβλή “κυβερνησιμότητα”, η οποία βασίζεται στη συρρίκνωση της αντιπροσωπευτικότητας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και την υπονόμευση της Δημοκρατίας.
Κηρύσσει έτσι, την επιστροφή, με φόρα, στις μονολιθικές τοπικές αρχές του χθες. Πλέον, όλα τα επίδικα, από την κλιματική κρίση ως τη διαχείριση των δημόσιων χώρων καθώς και η διαχείριση σημαντικών πόρων, θα κρίνονται όπως θέλει ο κ. Μητσοτάκης. Πίσω από κλειστές πόρτες, στη βάση ενός οπισθοδρομικού, γνωστού για τις παθογένειες και τις αδυναμίες του, μοντέλου. Από εκείνο το κλειστό κύκλωμα εξουσίας που εκφράζει απολύτως τη νεοδεξιά και εξηγεί την αλλεργία της απέναντι στην τομή δημοκρατίας, που ήταν η απλή αναλογική. Δημοκρατία. Απλή αναλογική. Αποκέντρωση. Συμμετοχή των πολιτών. Πλουραλισμός απόψεων. Άγνωστες λέξεις στο αλφαβητάρι της νεοδεξιάς εξουσίας, που περιλαμβάνει: αυταρχισμό, συγκεντρωτισμό, φίμωση της δημοκρατίας. Μια Τοπική Αυτοδιοίκηση κομμένη και ραμμένη στα συμφέροντά της, μακριά από τους πολίτες, τις τοπικές κοινωνίες, στο πλευρό των ελίτ, των “επενδυτών” και των πεπερασμένων πολιτικών που οδήγησαν τον τόπο στην πολιτική και οικονομική χρεοκοπία.